12

 


Κοίτα πώς μεγαλώνουμε μαζί

Σε χαζεύω να κοιμάσαι στο πλάι αγκαλιά με το γατί

Τα βλέφαρα σου γυαλίζουν όπως πέφτει πάνω τους το φως του χωλ και με ξεβολεύουν: οι πτυχώσεις τους με αφήνουν στο Πετροκοπιό, τη ρηχή παραλία στους Φούρνους που για κάποιες ώρες ήμασταν εντελώς μόνοι και τα κύματα ήρεμα και ρυθμικά σκάγανε στα πόδια μας σαν πλατιά γυαλιστερά σκαλιά 

Απόψε ύστερα από χρόνια σου γράφω πάλι για να κερδίσω μια αναβολή

Να επιβεβαιώσω ότι παρά το χρόνο και τη φθορά που πιο γλυκιά μοιάζει όταν τη μοιράζεσαι, μπορώ ακόμα να βουτήξω μέσα μου όταν σε χαζεύω να κοιμάσαι

Δεν είναι λίγα τα καθημερινά εκείνα που στο πέρασμα τους μου αφήνουν δέρμα τραχύ και στο σώμα οξύαιχμες γωνίες που με πονούν όταν βρίσκουν στα πόδια των επίπλων

Μα εσύ μαλακώνεις και το δέρμα και τον πόνο αυτόν και μου χαρίζεις μια λεπτή μα δυνατή πανοπλία που μόνο όταν είμαι μαζί σου εύκολα βγάζω και πετώ

 

 

 

 

 

Leave a comment

  

 

 

 

 

        Εικόνα που περιέχει άνδρας, άτομο, ντύσιμο, γυαλιά

Περιγραφή που δημιουργήθηκε αυτόματα               Εικόνα που περιέχει γάτα, εσωτερικό, τοποθέτηση, θηλαστικό

Περιγραφή που δημιουργήθηκε αυτόματα

 

 

Στα μέρη που ταξιδέψαμε, στα κάδρα που άλλαζαν το ένα μετά το άλλο,

στα σημάδια των τροχών που αφήσαμε πίσω μας 

και στις γραμμές των παπουτσιών που χάθηκαν στη σκόνη, 

δίπλα μου εσύ και μέσα μου και μπροστά μου

 

Και όσο κουνούσαμε την πινέζα από τον ένα χάρτη στον άλλον, 

ένα κάδρο γλυκό, το πιο άσπιλο και αθώο 

θα ζωγραφιζόταν σε κάθε μας επιστροφή στο άνοιγμα μιας πόρτας,

έτοιμο να μας συγχωρέσει για τον χρόνο χώρια 

και με ένα μόνο χάδι το κοντέρ ξανά να μηδενίσει

 

Μετρώ ώρες και μέρες απώλειας

Τα δάχτυλα μου κουνάνε πλέον την πινέζα πάνω σε ένα κρύο μωσαϊκό 

ψάχνοντας τα μέρη που μας ταξίδεψε εκείνη

Από ένα κρεβάτι πού’χε μάθει νά’ναι γεμάτο τόσο από πάνω όσο και από κάτω

ξεκινώ νέο ταξίδι αναμνήσεων

και δίπλα μου πάλι μόνο εσύ και μέσα μου και παντού


 

 

 

 

 

 

 

 

Leave a comment

χρόνια οχτώ


 


Σκλήρυνα, βάθυνα, έφυγα μακριά.

 

Οι τοίχοι καίνε και οι άνθρωποι με μάσκα στο πρόσωπο ψάχνουν για σκιά.

Πόσο τεράστια και άλλη μου φαίνεται η Αθήνα όσο λείπεις.

Το πορτοκαλί φως φεύγει από τη λάμπα του δρόμου και συνεχίζει μέσα στο σπίτι χωρίς να σε συναντά στη διαδρομή του. 

Μην χάσεις τους κωδικούς του μπλογκ όταν πεθάνω.

Η γάτα προσπαθεί να δει το δάκρυ μου και κρύβομαι πίσω από την οθόνη.

Αυτά που πιάνω τα χτυπά ο χρόνος, τα πλημμυρίζει, τα νικά και τα σκορπά.

Αυτά που νιώθω, απαράλλαχτα και τσιμεντένια αντιστέκονται, τί φοβερή αφθαρσία που χαρίζει ο έρωτας σου σε όσα δεν μπορώ να ακουμπήσω.

Τα χέρια μου τυλίγουν τον λαιμό σου και σε κολλάω στον χάρτη της Βαρκελώνης.

Σε βλέπω να περπατάς σε βρεγμένο δρόμο του Βερολίνου, να κολυμπάς σε ασιατικό νησί, να ταξιδεύεις ιδρωμένος σε μικρό βανάκι, να βουτάς σε πράσινο καταρράκτη, να ταΐζεις πάπιες σε λίμνη, να καταπίνεις ήλιο σε κυκλαδίτικη αμμουδιά, να κουνάς κουπί σε μακρινό ποταμό, να με κοιτάς πάνω στο μηχανάκι, να τρώμε σκόνη, να κοιμάσαι δίπλα μου στο αεροπλάνο, να λάμπεις στη μέση ενός ηφαιστείου, να μου χαμογελάς, να σε φιλώ, να ζω.

 

«Θα βάλω νέτφλιξ και θα πεθάνω».

 

Μου λείπεις.

 

Leave a comment

χρόνια δύο



1 Οκτώβρη 2013
μπροστά στον καθρέφτη το πρόσωπό μου έχει ακόμα άμμο από το νότο. αλλά δεν ήρθα για να τινάξω την άμμο. ήρθα να με δω. πώς μοιάζω στην υποψία του έρωτα. πιο πλατιά η κόρη των ματιών μου για να χορτάσει. ακόμα πιο γρήγορες οι σακκαδικές κινήσεις των ματιών μου και το δέρμα μου υγρό, ποτισμένο, έτοιμο να πετάξει ανθούς. τα μαλλιά μου όρθια εδώ και ώρες, χτιστήκανε και μείνανε εκεί από τα δάχτυλα σου. το περίγραμμα των χειλιών μου έχει θολώσει, σαν την γραμμή από κιμωλία που αχνοφαίνεται μετά από ώρες. λες και τα χείλια μου θέλουν να καταλάβουν περισσότερο χώρο στο πρόσωπο μου, σαν να κρατάνε το τρόπαιο της πρώτης επαφής μαζί σου και να θέλουν να το φωνάξουν. αλλά όχι, μην ενθουσιάζεσαι. κλείσε το φως, φύγε από τον καθρέφτη, και πνίξε το "λες;" κάτω από το μαξιλάρι.

1 Οκτώβρη 2015
σ'αγαπώ

Leave a comment

(εδώ)

στο όνειρο μου σε παίρνω και φεύγουμε,
βουτάμε ξανά τα χέρια μας στα μπαχαρικά του Μισίρ Τσαρσί
και ξεκολλάμε από τα πόδια μας ρετσίνι απ'το Κεδρόδασος
στο όνειρο μου δεν είσαι μια φωτογραφία στο κινητό
αλλά ένα γλυκό ερέθισμα στα δάχτυλα μου
και ο καπνός απ΄το τσιγάρο σου σινιάλο ότι έφτασες ξανά
στο όνειρο μου κλαίω από τα γέλια μας στο στενό καναπέ που μας χωρά σαν παχύ σίγμα τελικό χωρίς περιθώρια κίνησης, χωρίς ελευθερία, και δεν κλαίω για ένα ατσαλάκωτο μαξιλάρι δίπλα μου
στο όνειρο μου είμαστε ελεύθεροι και τσαλακωμένοι
στο όνειρο μου είσαι πάλι εδώ




Leave a comment

ShareThis

Search

Swedish Greys - a WordPress theme from Nordic Themepark. Converted by LiteThemes.com.